ἄπφα

ἄπφα
ἄπφᾱ , ἀπόφημι
speak out
imperf ind act 3rd sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • απφά — ἀπφά κ. ἄπφα (Α) θωπευτική προσαγόρευση που χρησιμοποιείται από αδελφούς και αδελφές ή εραστές και ερωμένες. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για τ. υποκοριστικής σημασίας με εκφραστικό αναδιπλασιασμό. Πρβλ. άττα, άππα, πάππα] …   Dictionary of Greek

  • ἀπφάς — ἀπφά̱ς , ἀπόφημι speak out pres part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απφίον — ἀπφίον κ. ἀπφίδιον, το (Μ) [άπφα] υποκορ. του απφά* …   Dictionary of Greek

  • appa —     appa     English meaning: father     Deutsche Übersetzung: “Vater”; Lallwort     Material: compare Gk. ἄππα, ἀπφά, ἄπφα, ἀπφῦς (Theokrit) “ dad “; Toch. В appakke “ father “ (this (a)kke from ammakki “Mutter”).     References: WP. I 47.… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

  • άππα — ἄππα (Α) (προσαγόρευση στον πατέρα) πατερούλη, παππάκη. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λ. της παιδικής γλώσσας, υποκοριστικής σημασίας, με εκφραστικό αναδιπλασιασμό (πρβλ. πάππα, άττα, άπφα, απφύς). Ο Ησύχιος παραδίδει τ. άππας «τροφεύς», ο οποίος… …   Dictionary of Greek

  • άττα — (atta). Γένος υμενοπτέρων εντόμων της οικογένειας των φορμικιδών. Ζουν κυρίως στο Μεξικό και στη Νότια Αμερική. Έχουν σχετικά με το σώμα τους δυσανάλογο κεφάλι και ονομάζονται από τους ιθαγενείς μυρμήγκια με ομπρέλα γιατί πάντα μεταφέρουν… …   Dictionary of Greek

  • απφύς — ἀπφῡς ( ύος), ο (AM) θωπευτική προσαγόρευση για τον πατέρα από τα παιδιά του («καλὸς ἀπφῡς» καλός ο μπαμπάκας σου, ο παπάκης, Θεόκρ.) [ΕΤΥΜΟΛ. Υποκοριστικός τ. της παιδικής γλώσσας με εκφραστικό αναδιπλασιασμό. Πρβλ. άππα, άττα, άπφα, πάππα] …   Dictionary of Greek

  • αττικός — I Όνομα ιστορικών προσώπων, Ελλήνων και Ρωμαίων, στους ρωμαϊκούς χρόνους. 1. Ηρώδης (βλ. λ. Ηρώδης ο Αττικός). 2. Τίτος Πομπώνιος Α. (Ρώμη 109 32 π.Χ.). Καταγόταν από οικογένεια που καταγόταν απο τον βασιλιά της αρχαίας Ρώμης Νουμά Πομπίλιον.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”